μετακιάθω

μετακιάθω
μετα-κιάθω, only ipf. μετεκίαθον: go after, pursue, pass over to, traverse, Il. 11.714.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μετακιάθω — (Α) (μόνο στον πρτ. και στον αόρ.) πηγαίνω πίσω από κάποιον, ακολουθώ, επακολουθώ, έρχομαι μετά («ἱππῆες δ ὀλίγον μετεκίαθον», Ομ. Ιλ.) 2. καταδιώκω, κυνηγώ («Τρῶας καὶ Λυκίους μετεκίαθε», Ομ. Ιλ.) 3. πηγαίνω σε επίσκεψη 4. μεταβαίνω για… …   Dictionary of Greek

  • μετεκίαθον — μετεκί̱αθον , μετακιάθω follow after imperf ind act 3rd pl μετεκί̱αθον , μετακιάθω follow after imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κιάθω — (Α) (εκτετ. τ. τού κίω) μόνο σύνθ. με πρόθ. μετακιάθω*, εκτός τού «ἐκίαθεν ἐπορεύετο» τού Ησύχ. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κίω] …   Dictionary of Greek

  • μετεκίαθε — μετεκί̱αθε , μετακιάθω follow after imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μετεκίαθεν — μετεκί̱αθεν , μετακιάθω follow after imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”